- παμιρική φυλή
- Ανθρώπινος τύπος του κορμού των Ευρωπιδών, ιδιαίτερα διαδεδομένος στη δυτική Ασία, από το μικρασιατικό υψίπεδο μέχρι την Κασπία θάλασσα. Χαρακτηρίζεται από το θαμπό λευκό χρώμα του δέρματος, έχει πυκνή τριχοφυΐα, μαλλιά και μάτια καστανά· το κεφάλι είναι φαρδύ και πεπλατυσμένο στο ινιακό τμήμα, ενώ το πρόσωπο είναι μάλλον επίμηκες με μύτη στενή, ίσια και ψηλή και χείλη και βλεφαρικό άνοιγμα αρκετά στενά· το ανάστημα είναι μέσο (166 εκ.) και η σωματική διάπλαση ρωμαλέα.
Dictionary of Greek. 2013.